Κομανῶν

Κομανῶν
Κομανός
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Αδιατόριξ — (1ος αι. π.Χ.). Γιος του τετράρχη των Γαλατών της Βιθυνίας Δομνεκλείου, που ανέλαβε με εντολή του Μάρκου Αντωνίου τη διοίκηση ενός τμήματος της Ποντοηράκλειας, όπου ήταν εγκατεστημένοι Ρωμαίοι άποικοι. Το 31 π.Χ. ο Α., με την πρόφαση πως τον είχε …   Dictionary of Greek

  • Βιδίνιο ή Βιντίν — (Vidin). Πόλη (57.614 κάτ. το 2001) της βορειοδυτικής Βουλγαρίας, χτισμένη στη δεξιά όχθη του Δούναβη. Το Β. έχει ποτάμια επικοινωνία με τη Ρουμανία, τη Σερβία, την Ουγγαρία, την Τσεχοσλοβακία και την Αυστρία και συνδέεται σιδηροδρομικά με το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”